Κατερίνα Νοτοπούλου – Τομεάρχισσα Τουρισμού του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Οι επιδόσεις του τουρισμού δεν διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα για όλους

Η τομεάρχισσα τουρισμού του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Νοτοπούλου, στη συνέντευξή της στην «Τουριστική Αγορά», αναφέρεται σε προβλήματα και προβληματισμούς για τη μέχρι σήμερα κατάσταση και τις προοπτικές του ελληνικού τουρισμού τονίζοντας –μεταξύ άλλων– ότι τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους εργαζόμενους τα «καλά» νέα στον κλάδο δεν αφορούν όλους.

Σε κάποια από τα βασικότερα σημεία στη συνέντευξή της αναφέρει:
• Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να έχει εμβαθύνει στην ανάλυση της κατάστασης που αντιμετωπίζει ο κλάδος: τα στοιχεία που τόνωσαν τον τουρισμό είναι παροδικά φαινόμενα της πανδημίας.
• Η Τουρκία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιταλία είχαν ανακάμψει σε πολύ σημαντικότερο επίπεδο σε σχέση με την Ελλάδα.
• Η χώρα είναι «στο κόκκινο» (δεν έχει ακόμα καλύψει το χαμένο έδαφος από το 2019), με δυσοίωνες προβλέψεις για τον χειμερινό τουρισμό.
• Απαιτούνται νέα, ουσιαστικά μέτρα στήριξης, για να αποφευχθεί ένα μαζικό κύμα πτωχεύσεων στον τουρισμό και την εστίαση.
• Πρέπει να κηρυχθούν ως γενικώς υποχρεωτικές οι κλαδικές συλλογικές συμβάσεις που έχουν υπογραφεί από την ΠΟΕΕΤ.
• Η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, η διασφάλιση και προστασία της εργασίας και των δικαιωμάτων των εργαζομένων, αλλά και η συνεχής εκπαίδευσή τους αποτελούν το τρίπτυχο της επιτυχίας στο νέο εργασιακό περιβάλλον που διαμορφώνεται.
• Στις 26.10.2021 εντάχθηκαν μόλις 2.428 τουριστικές επιχειρήσεις για 72 εκατ. ευρώ, ενώ είχαν προϋπολογιστεί 350 εκατ. ευρώ για τη στήριξη των συγκεκριμένων επιχειρήσεων. Μόνο ο κλάδος των καταλυμάτων αριθμεί 28.528 επιχειρήσεις που απασχολούν 161.000 εργαζόμενους. Αφέθηκε όμως χωρίς χρηματοδότηση το 91,5% αυτών των επιχειρήσεων!
• Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν αποκλειστεί από τον τραπεζικό δανεισμό.

Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να έχει εμβαθύνει στην ανάλυση της κατάστασης που αντιμετωπίζει ο κλάδος.

Οι νέες συνθήκες που διαμορφώνονται στον τουρισμό, εξαιτίας της πανδημίας, φέρνουν δυσκολίες αλλά και απαιτήσεις στον κλάδο. Ποιες είναι οι μεγαλύτερες απαιτήσεις στις οποίες καλούνται οι επιχειρηματίες να αντεπεξέλθουν;

Η πανδημία έφερε μια πρωτόγνωρη κρίση στον κλάδο του τουρισμού, που θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των εν λόγω επιχειρήσεων και ταυτόχρονα αναδιαμορφώνει τις συνθήκες της τουριστικής δραστηριότητας. Μπορεί τα μηνύματα του καλοκαιριού να ήταν ενθαρρυντικά, ωστόσο δεν είναι βέβαιο ότι οι εισπράξεις θα μπορέσουν να περιορίσουν το τεράστιο οικονομικό κενό του πρώτου εξαμήνου και να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα σε όλους.
Η κυβέρνηση διαφημίζει τις επιδόσεις του τουρισμού, όμως σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος οι διεθνείς αφίξεις στο οκτάμηνο του 2021 είναι δυστυχώς στο 40% του 2019 (8,624 εκατ. ταξιδιώτες το οκτάμηνο 2021 έναντι 21,842 εκατ. του αντίστοιχου οκταμήνου του 2019). Η καθυστερημένη δε έναρξη της σαιζόν και οι συνεπακόλουθες αναιμικές επιδόσεις μέχρι και τον Ιούλιο (μείωση κατά 69% στις αφίξεις και κατά 63% στις εισπράξεις, σε σχέση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2019), δημιούργησαν εξαρχής ένα μεγάλο κενό. Υπήρξε όντως μεγάλη ώθηση του γενικού τουρισμού από τον εσωτερικό τουρισμό και το μεγαλύτερο διάστημα παραμονής, σχεδόν διπλάσιο διάστημα, των εισερχόμενων επισκεπτών από το εξωτερικό. Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να έχει εμβαθύνει στην ανάλυση της κατάστασης που αντιμετωπίζει ο κλάδος, διότι δυστυχώς όλα αυτά τα στοιχεία που τόνωσαν τον κλάδο είναι παροδικά φαινόμενα της πανδημίας. Δεν εξετάζει καν τις αιτίες που οδήγησαν τους ανταγωνιστές μας στην Ευρώπη σε πολύ ταχύτερη ανάκαμψη σε σχέση με εμάς. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat για τις αφίξεις στα τουριστικά καταλύματα το πρώτο επτάμηνο του 2021, η Τουρκία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ιταλία είχαν ανακάμψει σε πολύ σημαντικότερο επίπεδο σε σχέση με την Ελλάδα. Η Τουρκία βρέθηκε μόλις στο –13,62 %, η Ισπανία στο –36,57% και η Πορτογαλία –37,91% του αντίστοιχου διαστήματος του 2019, ενώ η Ελλάδα ήταν στο –65%.

Πίσω από το κυβερνητικό αφήγημα, υπάρχουν άνθρωποι που αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης, άνθρωποι που βγήκαν στην ανεργία.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι έρχονται οι χειμερινοί μήνες, που αντιπροσωπεύουν ένα ολοένα και αυξανόμενο μερίδιο των εισπράξεων. Η χώρα όμως είναι «στο κόκκινο», με δυσοίωνες προβλέψεις για τον χειμερινό τουρισμό. Το χρηματοδοτικό κενό και η δυσκολία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να αντεπεξέλθουν στα βάρη που έχουν συσσωρευτεί από το παρατεταμένο Lockdown και τα ανεπαρκή μέτρα στήριξης απαιτούν νέα, ουσιαστικά μέτρα στήριξης, για να αποφευχθεί ένα μαζικό κύμα πτωχεύσεων στον τουρισμό και την εστίαση. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν αποκλειστεί από τον τραπεζικό δανεισμό εξαιτίας των αυστηρών τραπεζικών κριτηρίων δανεισμού. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τόσο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος όσο και της ΓΣΒΕΕ, περίπου το 90% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα αποκλείονται από τον τραπεζικό δανεισμό, καθιστώντας απαραίτητη την αναπροσαρμογή των κριτηρίων και των προϋποθέσεων πρόσβασης. Η βιωσιμότητα των τουριστικών επιχειρήσεων εξακολουθεί να είναι επισφαλής. Πρέπει να υπάρξει συνεχής στήριξη και να δοθεί «ζεστό» χρήμα στις επιχειρήσεις, με κριτήρια, να στηριχθούν οι εργαζόμενοι και να αναβαθμίσουμε το τουριστικό μας προϊόν, ώστε να ανταποκρίνεται στις καινούργιες προκλήσεις.

Πώς διαμορφώνεται το εργασιακό περιβάλλον στον τουρισμό;

Ο τουρισμός περνάει μια παγκόσμια κρίση με μεγάλη επίπτωση στις θέσεις εργασίας στην τουριστική βιομηχανία. Και δεν είναι μόνο το σοκ της δραματικής μείωσης των θέσεων εργασίας και της βίαιης αναπροσαρμογής των οικονομικών δεδομένων, που οδήγησαν μεγάλο αριθμό εργαζομένων στην ανεργία και στα όρια της φτώχειας. Είναι και οι νέες συνθήκες που διαμορφώνονται στην μεταπανδημική εποχή, σε ένα διαφορετικό ανταγωνιστικό περιβάλλον που απαιτεί νέες δεξιότητες από τους εργαζομένους, ώστε να είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις συνθήκες που διαμορφώνει ο ψηφιακός μετασχηματισμός, οι νέες συνήθειες των ταξιδιωτών, αλλά και οι σύγχρονες τάσεις στην παγκόσμια αγορά. Σε αυτό το περιβάλλον, ο ελληνικός τουρισμός χρειάζεται θωράκιση ώστε να διατηρήσει τα συγκριτικά του ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, με την άμεση ανάπτυξη ενός πλέγματος προστασίας των εργαζομένων και την ταυτόχρονη αναβάθμιση των δεξιοτήτων τους. Διότι η τουριστική ανάπτυξη δεν είναι μόνο έσοδα και αφίξεις.

Πίσω από το κυβερνητικό αφήγημα, υπάρχουν άνθρωποι που αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης, άνθρωποι που βγήκαν στην ανεργία, που ακόμη δεν έχουν λάβει τα ένσημά τους. Η κυβέρνηση έχει γυρίσει την πλάτη στα προβλήματά τους, στους ανθρώπους που στις πιο σκληρές συνθήκες υπηρετούν με αξιοπρέπεια τον ελληνικό τουρισμό. Δεν έχει ανακοινώσει κανένα απολύτως μετρό στήριξης, καταδικάζοντάς τους σε πλήρη οικονομική εξαθλίωση, όχι μόνο τώρα αλλά και για τον χειμώνα αφού δεν θα είναι δικαιούχοι επιδόματος ανεργίας.

Πρόσφατα δηλώσατε πως θα πρέπει να πέσει «ζεστό» χρήμα στις τουριστικές επιχειρήσεις, αλλά με κριτήρια. Αναπτύξτε αυτή την πρόταση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ εγκαίρως, από την έναρξη της πανδημικής κρίσης, πρότεινε με τα διαδοχικά προγράμματα για την οικονομική διαχείριση της πανδημίας («Μένουμε Όρθιοι» 1 και 2) σημαντικές και γενναιόδωρες ρυθμίσεις για την απευθείας μη επιστρεπτέα ενίσχυση του κλάδου, την τόνωση του εσωτερικού τουρισμού και τη σημαντική αναπλήρωση των μισθών των εποχικών εργαζομένων. Από τον Νοέμβριο του 2020, στον κοινοβουλευτικό έλεγχο είχαμε επισημάνει την αδράνεια της κυβέρνησης να ενισχύσει με επιδοτήσεις τον κλάδο και τη δυσπραγία της να αξιοποιήσει τα νέα εργαλεία του αναθεωρημένου ευρωπαϊκού πλαισίου που επέτρεπαν να ενισχυθούν απευθείας οι βαθιά πληττόμενες μικρές τουριστικές επιχειρήσεις. Παράλληλα είχαμε ζητήσει, στα προγράμματα ενίσχυσης, τα κριτήρια να είναι προοδευτικά και αντικειμενικά με μεγαλύτερες απευθείας ενισχύσεις στις μικρές και τις μεσαίες επιχειρήσεις ιδιαίτερα, γιατί αυτές δεν έχουν πρόσβαση σε άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία που συνδέονται με τα κριτήρια των τραπεζών και σε απευθείας τραπεζικό δανεισμό.

Η κυβέρνηση όμως αδιαφόρησε επιδεικτικά για έναν κλάδο που υπέστη το μεγαλύτερο πλήγμα. Μετά την καθίζηση του τουρισμού το 2020, και ενώ διανύαμε το Α’ εξάμηνο του 2021, με εισπράξεις και αφίξεις στο –80% του 2019, η κυβέρνηση εξήγγειλε εξαιρετικά καθυστερημένα την ενίσχυση των τουριστικών επιχειρήσεων με επιδοτήσεις μόλις στο 5% του τζίρου του 2019 και προϋπολογισμό 350 εκατ. ευρώ. Εξαρχής ωστόσο γνώριζε ότι η ένταξη σε πρόγραμμα ΕΣΠΑ μέχρι την εκταμίευση θα είχε καθυστερημένα αποτελέσματα και ότι το 5% της επιδότησης ήταν πολύ μικρό! Το επισημάναμε από την πρώτη στιγμή. Το αποτέλεσμα ήταν ότι, τελικά, εντάχθηκαν στις 26.10.2021 μόλις 2.428 τουριστικές επιχειρήσεις για 72 εκατ. ευρώ, ενώ είχαν προϋπολογιστεί 350 εκατ. ευρώ προς στήριξη αυτών των επιχειρήσεων. Μόνο ο κλάδος των καταλυμάτων αριθμεί 28.528 επιχειρήσεις που απασχολούν 161.000 εργαζόμενους. Αφέθηκε χωρίς χρηματοδότηση το 91,5% των συγκεκριμένων επιχειρήσεων! Η κυβέρνηση εντέλει ενέκρινε μόνο 72 εκατ. ευρώ, μόλις στο 8% του συνόλου των καταλυμάτων. Επιπρόσθετα, σήμερα, οι αμιγώς τουριστικές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις τουριστικού ενδιαφέροντος καλούνται να επιστρέψουν μεγάλο μέρος των 4 δισ. των επιστρεπτέων προκαταβολών των δανείων της ΑΑΔΕ, σε ένα καθεστώς πρωτοφανούς δημοσιονομικής λιτότητας.

Αναλύστε μας την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τη στήριξη αλλά και την περαιτέρω ανάπτυξη του τουρισμού στη χώρα μας.

Ο τουρισμός είναι και θα παραμείνει βασικός μοχλός ανάπτυξης της εθνικής μας οικονομίας. Για αυτόν τον λόγο, ο αναπτυξιακός στόχος του σχεδίου μας για αυτόν, πέραν της συμβολής στο ΑΕΠ και την αύξηση της απασχόλησης, είναι να προσελκύει τουρίστες όλο τον χρόνο, να δημιουργεί αλληλεπιδράσεις με τους προορισμούς και να συντηρεί βιώσιμες επιχειρήσεις σε όλο το τουριστικό οικοσύστημα. Ας συζητήσουμε τι δεν είναι η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν ήταν η καθυστερημένη απόδοση πενιχρών επιδοτήσεων στο 8% των επιχειρήσεων του κλάδου, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ των πραγματικά πληττόμενων της πανδημικής κρίσης και των «επίλεκτων» της κυβέρνησης.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν είναι να δίνονται πολλά χρήματα σε λίγους, με την ελπίδα ότι αυτό θα τονώσει τους πολλούς. Είτε με τη σωρεία των απευθείας αναθέσεων –αποκαλύφθηκε από το ΚΗΜΔΗΣ ότι το 65% των συμβάσεων στην περίοδο της πανδημίας ήταν απευθείας αναθέσεις– είτε με τις εκλεκτικές επιλογές για επιχορηγήσεις, ζούμε την αναβίωση των παλαιών πελατειακών συστημάτων που κατέστρεψαν τη χώρα και θα αποψιλώσουν τον μικρό και τον μεσαίο τουριστικό κλάδο.

Ο τουρισμός χρειάζεται το οριζόντιο και όχι το καθετοποιημένο και αδιαφανές σύστημα της ΝΔ. Χρειάζεται επενδύσεις ιδιωτικές και κρατικές και τη μεγαλύτερη συνεισφορά των μικρών και των μεσαίων στην αύξηση προστιθέμενης αξίας και την ποιότητα του προϊόντος. Χρειάζεται περισσότερα προγράμματα ενίσχυσης αυτών των τουριστικών επιχειρήσεων και αντιστροφή της καταστροφικής δράσης της ΝΔ που αντιμετωπίζει τον κλάδο ως γάγγραινα και τις επιχειρήσεις ως ζόμπι ή «συγχωνεύσιμες».

Το οικονομικό σκέλος όμως του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τον τουρισμό ανταποκρίνεται σε ένα στρατηγικό σχέδιο για την επόμενη ημέρα. Ένα σχέδιο που αναπτύχθηκε και επικαιροποιείται διαρκώς μέσα από εκτεταμένη συνεργασία με τους φορείς του τουρισμού. Ένα σχέδιο που έχει ως στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού κλάδου και της ικανότητάς του να αναπτύσσεται με βιώσιμο τρόπο, απαντώντας πειστικά στις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης, της νέας γενιάς ταξιδιωτών και του ψηφιακού μετασχηματισμού του κλάδου.

Είναι απαραίτητο να κατανεμηθεί η ροή των επισκεπτών, με την αναζωογόνηση παραμελημένων περιοχών.

Πώς φαντάζεστε την επομένη ημέρα του ελληνικού τουρισμού, μετά το ισχυρό πλήγμα που δέχτηκε στα χρόνια της πανδημίας;

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει ξεκάθαρη απάντηση: ανάπτυξη με σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον, στην πολιτιστική μας κληρονομιά, στην κοινωνία. Ιδιαίτερα όσον αφορά το περιβάλλον, οι δραματικές συνέπειες των πρόσφατων φυσικών καταστροφών μας επιβάλλουν το αίτημα της αειφορίας (sustainability) και της ανθεκτικότητας (resilience) στον τουρισμό, όχι ως έναν γενικόλογο προσανατολισμό αλλά ως προτεραιότητα. Διότι, ως αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης, οι πρωτοφανείς περιβαλλοντικές ανατροπές που βιώνει η χώρα, μαζί με την υφήλιο, υπαγορεύουν στρατηγικές διαφύλαξης, διαρκούς επικαιροποίησης και δημόσιων επενδύσεων που θα διασφαλίζουν την ανθεκτικότητα. Είναι απαραίτητο λοιπόν να αναπτυχθεί μια κοινή στρατηγική για την ανάπτυξη του τουρισμού με επίκεντρο το περιβάλλον, την ποιότητα ζωής, τις υποδομές, τη διά βίου εκπαίδευση ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και τα χαρακτηριστικά των «έξυπνων» προορισμών. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να κατανεμηθεί η ροή των επισκεπτών για την ανακούφιση των κέντρων, με την αναζωογόνηση παραμελημένων περιοχών και τη διαφήμισή τους στους τουρίστες. Η υλοποίηση ενός τέτοιου οράματος θα προσδώσει στη χώρα μας συγκριτικά πλεονεκτήματα και ανταγωνιστικά χαρακτηριστικά, δρομολογώντας μια παραγωγική, σφύζουσα οικονομία, απελευθερώνοντας την παγιδευμένη αξία των προορισμών μας – και μάλιστα σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον με εντεινόμενο ανταγωνισμό.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλούμε εισάγετε το σχόλιο σας
Παρακαλούμε εισάγετε το όνομά σας